8.08.2006

Ρουμελιώτικη κουζίνα

Μπατζίνα


Είναι μία πίτα που γίνεται σε πολλές περιοχές της Ρούμελης και της Θεσσαλίας, χρησιμοποιώντας ως βάση την κίτρινη κολοκύθα.

Παρασκευή και υλικά: Ανάλογα με την ποσότητα που θέλουμε να παρασκευάσουμε, χρησιμοποιούμε αλεύρι λευκό Νο 1. Μέσα στο αλεύρι ρίχνουμε λίγο λάδι, λίγο άσπρο κρασί, αλάτι, πιπέρι, ένα αυγό (για μικρή παρασκευή) και λίγο νερό (ένα φλιτζάνι του καφέ).

Ανακατεύουμε καλά το μίγμα και μετά το σκεπάζουμε με μία πετσέτα και το αφήνουμε για ένα τέταρτο.

Τρίβουμε κίτρινο κολοκύθι και το αφήνουμε δέκα λεπτά για να στραγγίσει. Κατόπιν το στίβουμε με το χέρι.

Παίρνουμε το ταψί και το αλείφουμε με λάδι. Μέσα στο ταψί απλώνουμε τη ζύμη, την οποία με το χέρι την πιέζουμε και την απλώνουμε καλά ως τα άκρα του ταψιού.

Μέσα στο μίγμα του κίτρινου κολοκυθιού ρίχνουμε 250-300 γραμμάρια φέτα. Απλώνουμε το μίγμα της κολοκύθας και της φέτας πάνω από την ζύμη του ταψιού.

Έχουμε ζεστάνει το φούρνο στους 180 βαθμούς, χωρίς αέρα. Λίγο πριν βάλουμε το ταψί στο φούρνο ρίχνουμε γάλα στο ταψί.

Μετά από ένα τέταρτο κατεβάζουμε τη θερμοκρασία του φούρνου στους 165 βαθμούς. Αφήνουμε την πίτα να ψηθεί επί σαράντα πέντε λεπτά.

Τώρα η μπατζίνα είναι έτοιμη για να σερβιριστεί.

Τη συνταγή μας την έδωσε ο μάγειρας κ. Γρηγόρης Λύτρας.

Διαμαντής Σούστας

Λαογραφική-Ιστορική Μελέτη

του Κων. Γ. Παπαδόπουλου


Ο συν. Λυκειάρχης κ. Κωνσταντίνος Γ. Παπαδόπουλος, πρόεδρος του Λαογραφικού – Πολιτιστικού Συλλόγου Ι.Π. Μεσολογγίου, εξέδωσε ένα μικρό βιβλίο, μελέτη, αναφερόμενο στον ελληνοδιδάσκαλο Διαμαντή Σούστα, ο οποίος άφησε ιστορία στο Μεσολόγγι. Σχετικά με το θέμα – που δημοσίευσε και η «Ρουμελιώτικη Εστία» - μίλησε προ καιρού ο συγγραφέας σε εκδήλωση στο Τρικούπειο Πολιτιστικό Κέντρο Μεσολογγίου. Έτσι τώρα μας δίνει την ομιλία του αυτή, πλουτισμένη με φωτογραφικό υλικό και άλλα στοιχεία, χρήσιμα για τον αναγνώστη.

Όπως γράφει στον πρόλογο του βιβλίου ο αντιπρόεδρος του συλλόγου κ. Θόδωρος Μυλωνάς:

«Ο Διαμαντής Σούστας ήταν δάσκαλος που με την ανθρωπιά του, το πάθος του για την αποστολή του, την απεριόριστη αγάπη για τους μαθητές, με τη διδασκαλία του, τη διαγωγή του, τον ψυχικό και παιδαγωγικό εξοπλισμό, τη συμμετοχή του στα κοινωνικά και παιδαγωγικά δρώμενα του Μεσολογγίου και γενικά την όλη πολιτεία του, άφησε εποχή».

Παρόμοιες εκδόσεις προσφέρουν στη μελέτη της ελληνικής παράδοσης και ιδιαίτερα στην πολιτιστική ιστορία της Ρούμελης, που μας προσφέρει απλόχερα και με πολλή καλή παρουσίαση για τον ελληνοδιδάσκαλο Διαμαντή Σούστα, ο συγγραφέας κ. Κων. Γ. Παπαδόπουλος. Του αξίζουν συγχαρητήρια.

Ο μεσολογγίτης ποιητής Μίλτος Μαλακάσης είχε δάσκαλο τον Δ.Σ., και του έγραψε ορισμένα ποιήματα. Αργότερα οι δύο άντρες συνδέθηκαν με βαθιά φιλία. Παραθέτουμε ένα τετράστιχο του Μίλτου Μαλακάση με τίτλο «Ρομαντισμοί» (από τα «Αντίφωνα») αφιερωμένο στον δάσκαλό του:

Μ΄ άλλα πολλά που επρόδωσα τον ίδιο εμένα, αναπολώ

κάποια αλαφρά μονόξυλα, κάποια αραγμένα πλοία,

κι εσέ, που όταν δε χάνεσαι μ΄ ένα πανάκι απ΄ το γιαλό,

κάθεσ΄ εκεί διαβάζοντας ρομαντικά βιβλία.

Β.Α.Λ.

ΕΥΡΥΤΑΝΙΚΟΝ ΑΓΙΟΛΟΓΙΟΝ

Tου πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Δ. Βαστάκη


Η Εταιρεία Ευρυτάνων Επιστημόνων στη σειρά συναφών ιστορικών και λαογραφικών εκδόσεών της κυκλοφόρησε το βιβλίο του πρωτοπρεσβύτερου Κωνσταντίνου Δημ. Βαστάκη με τίτλο «Ευρυτανικόν Αγιολόγιον», που είναι περιληπτική απόδοση από το ανέκδοτο Ευρυτανικό Συναξάριο του συγγραφέα. Το βιβλίο μας αποκαλύπτει πολλούς νεομάρτυρες και οσιομάρτυρες, που κατάγονται από διάφορες περιοχές της ευρυτανικής γης. Έτσι γνωρίζουμε μια άλλη πλευρά της ιστορίας της Ευρυτανίας, που προστίθεται στο ρουμελιώτικο αγιολόγιο, δεδομένου, ότι ολόκληρη η Ρούμελη είναι βαμμένη με το αίμα νεομαρτύρων και οσίων, που θυσιάστηκαν στην περίοδο της οθωμανικής δουλείας και αναδείχθηκαν ως αθλητές της ορθοδοξίας.

Ο π. Κωνσταντίνος, με ιδιαίτερο ζήλο, συγκέντρωσε στοιχεία για τους νεομάρτυρες και οσιομάρτυρες του Ευρυτανικού Αγιολογίου και η Εταιρεία Ευρυτάνων Επιστημόνων μας έδωσε την ευκαιρία να γνωρίσουμε κι εμείς, πλουτίζοντας τις γνώσεις μας. Είναι μία αξιέπαινη προσπάθεια του συγγραφέα και της φιλοπρόοδης εταιρείας.

Εμείς απλώς παραθέτουμε το διασκευασμένο μεγαλυνάριο σχετικό για την περίσταση:

«Χαίροις πολυάριθμε και σεπτή, χορεία Αγίων,

Ευρυτάνων οι αρωγοί, οι τω ζωοδότη πρεσβεύοντες

απαύστως, ρύεσθαι πάσης βλάβης, ημάς εκ θλίψεως».

Βασίλης Δωρικός

Επαμεινώνδας

Σύμφωνα με την γνώμη του Κικέρωνα, ο Επαμεινώνδας ήταν ο μεγαλύτερος άνδρας που είχε αναδείξει η Ελλάδα. Γεννήθηκε στην Θήβα, το 418 π.Χ. Η οικογένεια του, αν και φτωχή, ήταν πολύ αρχαία και αριστοκρατική και ο πατέρας του Πολυμνήδας ανήκε στους επονομαζόμενους Σπαρτούς, οι οποίοι εθεωρούντο απόγονοι του Κάδμου.

Έλαβε άριστη εκπαίδευση στη μουσική, φωνητική και ενόργανο, όπως επίσης και στον χορό. Εκπαιδεύτηκε επίσης και στην γυμναστική στην οποία επροπονείτο για αντοχή και ευκινησία. Ήταν κάτοχος όλων των αρετών που οι Έλληνες τόσο πολύ εκτιμούσαν. Σπούδασε φιλοσοφία με τον Πυθαγόρειο Λυσία του Τάραντα, ο οποίος είχε έλθει και έμενε στην Θήβα και είχε συχνές φιλοσοφικές συζητήσεις με τον Σιμία της Θήβας και τον Σπήνθαρο από τον Τάραντα, μαθητές και οι δύο του Σωκράτη.

Ήταν επιστήθιος φίλος του Πελοπίδα και η φιλία τους δυνάμωσε ακόμα περισσότερο, όταν σε μία μάχη με τους Αρκάδες, το 385 π.Χ., έσωσε τον Πελοπίδα, ο οποίος είχε δεχθεί επτά θανάσιμα πλήγματα, μετά από σκληρή πάλη, δεχόμενος ο ίδιος πολλά τραύματα και βάζοντας την ζωή του σε μεγάλο κίνδυνο. Λίγο πριν να πέσει από τα πλήγματα και αυτός, ο βασιλιάς της Σπάρτης, Αγεσήπολις, έτρεξε και πέραν από κάθε προσδοκία, έσωσε τις ζωές και των δύο.

Οι διανοητικές του ικανότητες συμβάδιζαν με αυτές της ηθικής.

Θαρραλέος άνδρας, είχε αποστροφή εναντίον κάθε σκληρότητας και άσκοπης αιματοχυσίας. Έτσι όταν κατέλαβε την Σικυωνική πόλη της Φοιβίας, στην οποία είχαν συγκεντρωθεί πολλοί Βοιωτοί φυγάδες, δεν τους σκότωσε, σύμφωνα με τον Θηβαϊκό νόμο, αλλά τους εκχώρησε καινούργια εθνικότητα και τους άφησε ελεύθερους.

Το 367 π.Χ., τέσσερα χρόνια μετά την μεγάλη νίκη του στα Λεύκτρα, οι Θηβαίοι τον διόρισαν να υπηρετήσει ως απλός οπλίτης, σε μία εκστρατεία που έκαναν για να ελευθερώσουν τον Πελοπίδα, ο οποίος είχε αιχμαλωτισθεί από τον τύραννο των Φερών, Αλέξανδρο. Όταν η εκστρατεία βρέθηκε σε μεγάλες δυσκολίες, οι στρατηγοί τον έκαναν αρχηγό του στρατού και ο Επαμεινώνδας, αφού διέσωσε τον στρατό, γύρισε στην Θήβα, όπου και εξελέγη Βοιωτάρχης. Αμέσως επέστρεψε στην Θεσσαλία και απελευθέρωσε τον φίλο του.

Δεν είχε προσωπικές φιλοδοξίες, εκτός από το να υπηρετήσει την πατρίδα του, όσο καλύτερα μπορούσε. Ήταν αδιάφορος στο χρήμα ή στην δόξα και όταν ο άρχων της Θεσσαλίας του πρόσφερε πενήντα τάλαντα, αν και είχε ανάγκη από χρήματα για να χρηματοδοτήσει μία αποστολή στην Θεσσαλία, δεν τα πήρε, για να μη ντροπιάσει την πατρίδα του και τα δανείστηκε από φίλους του.

Όταν ο Αρταξέρξης του πρόσφερε χρήματα για να δεχθεί τις προτάσεις του, ο Επαμεινώνδας αρνήθηκε και είπε στον απεσταλμένο:

"Αν οι προτάσεις του Αρταξέρξη είναι σύμφωνες με τα συμφέροντα της πατρίδας μου, δεν χρειάζονται χρήματα για να τις δεχθώ, αν όμως είναι αντίθετες με το συμφέρον και την τιμή της πατρίδας μου, όλο το χρυσάφι του βασιλείου του δεν θα με πείσει να προδώσω το χρέος μου προς την πατρίδα. Εσένα που προσπάθησες να με δωροδοκήσεις χωρίς να γνωρίζεις τον χαρακτήρα μου, σε συγχωρώ, αλλά πρέπει να φύγεις αμέσως από την πόλη, για να μη διαφθείρεις άλλους".

Σε όλες τις εκστρατείες υπό την αρχηγία του, οι Θηβαίοι δεν λεηλάτησαν εχθρική πόλη, αν και οι σύμμαχοι της το έκαναν. Σε μία μάχη, όταν ένας από τους υπασπιστές του πούλησε έναν αιχμάλωτο για χρήματα, του είπε: "Δος μου πίσω την ασπίδα που κρατάς και φύγε μακριά, τα χέρια σου έχουν μολυνθεί από το χρυσάφι και δεν είναι άξια να την κρατούν και να υπερασπίσουν την πατρίδα".

Στην εκστρατεία εναντίον της Σπάρτης, στην γέφυρα του Ευρώτα, όταν ο Αγησίλαος τον είδε, αναφώνησε με θαυμασμό στον άνθρωπο που ερχόταν να καταστρέψει την πατρίδα του:

"Ω συ άνδρα των μεγάλων έργων".

Αν και μεγάλος στην ηλικία δεν ήταν γνωστός στην Θήβα, ούτε είχε παίξει κανένα ουσιαστικό ρόλο στις υποθέσεις της. Ήταν μετά την επανάσταση εναντίον της Σπάρτης, που η Θήβα του έδωσε διοικητικό ρόλο. Ήταν επίσης ένας από τους πιο εύγλωττους Έλληνες, αν και ο Σπίνθαρος, έλεγε ότι δεν είχε συναντήσει κανένα άνθρωπο που γνώριζε τόσα πολλά και μιλούσε τόσο λίγο.

Σκοτώθηκε στην μάχη της Μαντινείας, το 362 π.Χ. Ο Διόδωρος αναφέρει ότι, όταν οι Θηβαίοι βρήκαν σθεναρή αντίσταση από τους Σπαρτιάτες, ο Επαμεινώνδας πήγε στην πρώτη γραμμή για να τους εμψυχώσει. Πρώτα έριξε το δόρυ του και σκότωσε τον Σπαρτιάτη διοικητή και μετά με το ξίφος του σκότωσε αρκετούς οπλίτες. Οι κινήσεις του όμως παρακολουθούνταν από τον εχθρό, οι οποίοι έριξαν πληθώρα από βέλη πάνω του. Ο Επαμεινώνδας τα απέφυγε με την ασπίδα και γρήγορες κινήσεις, αλλά ορισμένα τον χτύπησαν και όταν αυτό συνέβαινε, τα έβγαζε και συνέχισε να πολεμά, μέχρις ότου ένα δόρυ ριγμένο με μεγάλη δύναμη διαπέρασε το στήθος του.

Λέγεται ότι πριν πεθάνει και με το δόρυ στο στήθος, περίμενε την έκβαση της μάχης και όταν του είπαν ότι οι Θηβαίοι νίκησαν ρώτησε αν ορισμένοι από τους στρατηγούς ήταν ζωντανοί. Όταν του απάντησαν αρνητικά, τους είπε να κάνουν ειρήνη. Όλος ο λόφος στον οποίο τον είχαν εναποθέσει ήταν γεμάτος από στρατό και όταν έδωσε την διαταγή να του βγάλουν το δόρυ να πεθάνει, κάποιος του είπε: "πεθαίνεις Επαμεινώνδα χωρίς να αφήσεις παιδιά", αυτός απήντησε: "Μα τον Δία, αυτό δεν είναι αλήθεια. Αφήνω δύο αθάνατες θυγατέρες, την νίκη στα Λεύκτρα και την νίκη στην Μαντινεία".

Τα τελευταία του λόγια ήταν "Έζησα αρκετά" και μετά "γιατί πεθαίνω ανίκητος".

Ετάφηκε στο πεδίο της μάχης και στον τάφο του έβαλαν στήλη, πάνω στην οποία τοποθέτησαν ασπίδα που απεικόνιζε τον δράκοντα, το έμβλημα των Σπαρτών.

Η μάχη στα Λεύκτρα 371 π.X.

Ο Ιερός Λόχος, 300 άνδρες τον αριθμό, αποτελείτο από τους πιο εξέχοντες νέους στα αθλητικά και ειδικά στην πάλη. Ήταν όλοι από αριστοκρατικές οικογένειες και ήταν διαλεγμένοι σε ζευγάρια επιστήθιων φίλων, για να κρατούν τις γραμμές του Λόχου αδιάσπαστες. Ήταν συνεχώς κάτω από εντατική εκπαίδευση και μονίμως υπό τα όπλα, με δημόσια δαπάνη.

Το 371 π.Χ., στην πεδιάδα της Λεύκτρας, οι Σπαρτιάτες νικήθηκαν ξανά από τον Θηβαϊκό Ιερό Λόχο, αυτήν την φορά όμως υπό την αρχηγία του Επαμεινώνδα.

Αν και οι Θηβαϊκές δυνάμεις ήταν λιγότερες ξανά από τις Λακεδαιμόνιες, ο Επαμεινώνδας με ιδιοφυή τακτική και με την βοήθεια των πολύ καλά εκπαιδευμένων ανδρών του Ιερού Λόχου, νίκησε σε πλήρη μάχη τώρα τον αήττητο Σπαρτιατικό στρατό. Σύνταξε τους καλύτερους άνδρες του στρατού του, πενήντα άνδρες σε βάθος, απέναντι στην δεξιά πτέρυγα του αντιπάλου, την οποία κατείχαν οι Σπαρτιάτες και οι οποίοι είχαν μόνο δώδεκα άνδρες βάθος, αφήνοντας το κέντρο και την αριστερά πτέρυγα ασθενή και έδωσε διαταγή να παραμείνουν για λίγο άπρακτοι. Η μάχη ξεκίνησε με την εμπλοκή του Σπαρτιατικού και Θηβαϊκού ιππικού η οποία τελείωσε γρήγορα με την ήττα των Σπαρτιατών. Αμέσως μετά ο Πελοπίδας, επικεφαλής του Ιερού Λόχου, έπεσε επάνω στους Σπαρτιάτες με ακαταμάχητη δύναμη, αλλά οι Σπαρτιάτες αντιστάθηκαν γενναία και στην αρχή ίσως να υπερτερούσαν. Όταν όμως οι αρχηγοί των Σπαρτιατών έπεσαν, τότε οι Σπαρτιατικές γραμμές πιέστηκαν και έσπασαν παρασύροντας τον υπόλοιπο στρατό που επέστρεψε στον καταυλισμό. Ο βασιλιάς Κλεόμβροτος της Σπάρτης και πολλοί από τους αξιωματικούς σκοτώθηκαν. Ο υπόλοιπος στρατός δεν ενεπλάκη σε σοβαρή μάχη. Από τους 700 Σπαρτιάτες που έλαβαν μέρος στην μάχη, μόνο 300 επέζησαν. Ολόκληρη η Ελλάδα αιφνιδιάστηκε από το γεγονός, καταλαβαίνοντας ότι μία καινούργια δύναμη είχε ανέλθει. Στο Άργος, έγινε επανάσταση και ο λαός σκότωσε πολλούς από τους φίλο Σπαρτιάτες ολιγαρχικούς.

Μετά την μάχη οι Θηβαίοι έστειλαν απεσταλμένους στην Αθήνα για να ανακοινώσουν την νίκη κατά των Σπαρτιατών, αλλά οι Αθηναίοι δεν έμειναν καθόλου ευχαριστημένοι με την εξέλιξη των πραγμάτων γιατί τώρα είχαν μία καινούργια υπερδύναμη μερικά χιλιόμετρα έξω από την Αθήνα. Επίσης έστειλαν αγγελιοφόρο και στον Ιάσονα των Φερών στην Θεσσαλία. Ο Ιάσων όταν άκουσε τα νέα απήντησε ότι θα έλθει γρήγορα στην Θήβα με τριήρεις, αλλά αντίθετα με μεγάλη ταχύτητα και περνώντας ανάμεσα από εχθρικές περιοχές έφθασε στην Βοιωτία. Εκεί οι Θηβαίοι αρχηγοί πρότειναν να επιτεθούν στους στρατοπεδευμένους Σπαρτιάτες και τους συμμάχους τους. Ο Ιάσων και Επαμεινώνδας αρνήθηκαν και κατάφεραν να τους πείσουν να τους αφήσουν να φύγουν και έτσι οι Σπαρτιάτες σώθηκαν από μεγαλύτερη καταστροφή οι οποίοι πράγματι έφυγαν σύντομα και συναντήθηκαν στα Αιγόσθενα με τον Αρχίδαμο, ο οποίος ερχόταν για να τους βοηθήσει. Από εκεί επέστρεψαν στην Σπάρτη.

Με την μάχη της Λεύκτρας, η ηγεμονία της Ελλάδος πέρασε από την Σπάρτη στη Θήβα, αλλά για το μικρό χρονικό διάστημα, των δέκα χρόνων. Η ηγεμονία αυτή δεν επέφερε κανένα καλό όμως αποτέλεσμα και όπως αυτή της Σπάρτης έβλαψε την Ελλάδα πολύ. Η Θήβα δεν είχε πεπειραμένους άνδρες, ούτε η οικονομία της μπορούσε να το αντέξει αυτό. Απέτυχε, το ίδιο όπως και η Σπάρτη, να ενώσει τις Ελληνικές πόλεις και να σταματήσει τον αλληλοσπαραγμό μεταξύ τους. Έγιναν αναταραχές σε όλη την Πελοπόννησο. Οι κάτοικοι της Μαντινείας στην Αρκαδία, η οποία είχε χωρισθεί σε αρκετά χωριά, κατέλαβαν την πρωτεύουσα και έφτιαξαν καινούργια τείχη. Στην Τεγέα της Αρκαδίας, οι κάτοικοι σχημάτισαν την Αρκαδική ομοσπονδία. Σε δύο χρόνια μέσα, μία πανίσχυρη ομοσπονδία δημιουργήθηκε, η οποία περιελάμβανε εκτός των παλαιών συμμάχων και την Φωκίδα, Λοκρίδα, Αιτωλία και Εύβοια. Μετά την μάχη στα Λεύκτρα, οι Θηβαίοι έκαναν πάλι ειρήνη με την Αθήνα και ήθελαν να καταστρέψουν τον Ορχομενό επειδή ήταν σύμμαχοι των Σπαρτιατών. Η πόλη όμως σώθηκε χάρη στην μεγάλη προσπάθεια του Επαμεινώνδα, αλλά όχι για πολύ. Μερικά χρόνια αργότερα, όταν ο Επαμεινώνδας βρισκόταν με αποστολή στο Βυζάντιο, η πόλη καταστράφηκε και όλοι οι άνδρες εκτελέσθηκαν και οι υπόλοιποι πουλήθηκαν ως σκλάβοι. Αυτό ήταν ένα άλλο μεγάλο πολιτικό σφάλμα της Θήβας.

Πελοπίδας

Ο Πελοπίδας γεννήθηκε στην Θήβα, γύρω στο 410 π.Χ. Ο πατέρας του, Ιπποκλής, ανήκε στους πολύ λίγους στον αριθμό, πλουσίους αριστοκράτες της Θήβας. Στα νεανικά του χρόνια κληρονόμησε από τον πατέρα του μία μεγάλη περιουσία, την οποία χρησιμοποίησε για το καλό της πατρίδας του.

Δεν γνωρίζουμε αν ο φίλος του Επαμεινώνδας έπαιξε ρόλο σ΄ αυτό, αλλά χωρίς να εξανεμίσει την κληρονομιά του βοήθησε άλλους όταν είχαν ανάγκη, ξοδεύοντας για τον εαυτό του όχι περισσότερα από ένα συνηθισμένο άνθρωπο.

Όταν οι φίλοι του είδαν, ότι έδωσε ένα μεγάλο μέρος της περιουσίας του για να βοηθήσει τους φτωχούς της Θήβας, του είπαν να σταματήσει, διαφορετικά θα καταντούσε σαν κι' αυτούς. Εκείνη την στιγμή ένας πολύ φτωχός, ονομαζόμενος Νικόδημος, πέρασε και ο Πελοπίδας δείχνοντας τον, τους είπε: "Τα χρήματα χρειάζονται στους τυφλούς και κουτσούς σαν τον Νικόδημο, που δεν μπορεί να δουλέψει και όχι σ' εμένα".

Συνήθιζε να λέει ότι τα χρήματα μόνο με την αρετή είναι χρήσιμα. Σε μία άλλη περίπτωση παρατήρησε: "Θα ντρεπόμουνα να ξοδεύω περισσότερα χρήματα από ένα φτωχό Θηβαίο".

Ήταν επιστήθιος φίλος του Επαμεινώνδα, ο οποίος ήταν μεγαλύτερος του, από τα νεανικά του χρόνια, αλλά η φιλία τους δυνάμωσε μετά από μία μάχη εναντίον των Αρκάδων, το 385 π.Χ., όταν πληγωμένος με επτά τραύματα έπεσε στο έδαφος. Ο Επαμεινώνδας όρμησε να σώσει τον φίλο του, δεχόμενος και ο ίδιος πολλά πλήγματα, από δόρυ στο στήθος και από ξίφος στο χέρι. Λίγο πριν να πέσει από τα χτυπήματα κι αυτός, ο βασιλιάς της Σπάρτης, Αγεσήπολις, έτρεξε και πέραν από κάθε προσδοκία, έσωσε τις ζωές και των δύο.

Ήταν σαν τον Επαμεινώνδα αδιάφορος στο χρήμα και την δόξα.

Το 379 π.Χ., ήταν ένας από τους πρωτεργάτες που αγωνίστηκε για την ελευθερία της Θήβας, η οποία βρισκόταν υπό την κυριαρχία της Σπάρτης. Μετά την απελευθέρωση των Θηβών εκλέχθηκε βοιωτάρχης των Θηβών και αρχηγός του Ιερού Λόχου, με τον οποίο νίκησε τους Σπαρτιάτες για πρώτη φορά στα Τέγυρα, αν και ο στρατός του ήταν ο μισός από των Λακεδαιμονίων.

Ο Πελοπίδας αγαπούσε την πατρίδα του, Θήβα, περισσότερο από οτιδήποτε άλλο και δεν έπαιρνε προφυλάξεις για τον εαυτό του στις μάχες. Σε μία αποστολή, η γυναίκα του με δάκρυα στα μάτια, ξέροντας τον ορμητικό χαρακτήρα του, του ζήτησε να προσέχει τον εαυτόν του. Ο Πελοπίδας της απήντησε: "υποχρέωση του ηγέτη είναι να διαφυλάσσει τις ζωές των άλλων, όχι την δική του".

Το 371 π.Χ., διακρίθηκε ξανά στην μάχη της Λεύκτρας, όταν ηγούμενος του Ιερού Λόχου, κατατρόπωσε τους Σπαρτιάτες.

Ο Πελοπίδας έδειξε επίσης διπλωματικές ικανότητες, όταν επικεφαλής αποστολής πήγε στην Περσία, να επιτύχει ανάμεσα σε άλλα την ανάδειξη της Θήβας, σε ηγεμόνα της Ελλάδος. (Η Περσία είχε γίνει μεσολαβητής των Ελληνικών πόλεων, μετά την ειρήνη του Ανταλκίδα). Ο Πελοπίδας πέτυχε στην αποστολή του και η Μεσσήνη και η Αμφίπολη ανακηρύχθηκαν ανεξάρτητες και η Θήβα, ο ηγεμών της Ελλάδος.

Σε μία αποστολή στην Θεσσαλία, συνελήφθη από τον Αλέξανδρο, τύραννο των Φερών, αλλά αφέθηκε ελεύθερος μετά από δύο εκστρατείες των Θηβαίων.

Δείχνοντας τέλεια αδιαφορία για την ζωή του, σκοτώθηκε το 364 π.Χ. στην μάχη που έγινε στους Κυνός Κεφαλαί και στην οποία νίκησε τον Αλέξανδρο, τύραννο των Φερών.