1.24.2006

Aναβολή εκδήλωσης

Από το Πνευματικό Κέντρο Ρουμελιωτών

ανακοινώνεται ότι η προγραμματισμένη εκδήλωση

για την Τετάρτη 25 Ιανουαρίου 2006,

αφιερωμένη στις Εφημερίδες της Επαναστάσεως,

αναβλήθηκε λόγω των κακών καιρικών συνθηκών

για την Τετάρτη 05 Απριλίου 2006, ώρα 7.00 μ.μ.

Ευχαριστούμε για την κατανόηση.

1.22.2006

Ρουμελιώτικη Εστία, Ιανουάριος - Φεβρουάριος 2006

1.20.2006

Ποιητικό Ημερολόγιο 2006

Από τις εκδόσεις «Ιωλκός» κυκλοφορεί το «Ποιητικό Ημερολόγιο 2006», που επιμελείται ο εκδότης-λογοτέχνης Γιάννης Κορίδης. Πρόκειται για ένα ημερολόγιο που έκλεισε ζωή δέκα χρόνων και φιλοξενεί ένα ελληνικό ποιητικό πανόραμα από τον Όμηρο ως τις μέρες μας. Αρχαίοι ΄Ελληνες ποιητές, παλαιοί και νεώτεροι, που αποτελούν το πάνθεον της λογοτεχνίας μας και πλουτίζουν τις σελίδες του Ημερολογίου. Τριακόσιες εξήντα πέντε μέρες του χρόνου κι ένας ποίημα, 365 μέρες κι ένας Έλληνας ποιητής. Ανάμεσα στους ανθολογούμενους διακρίναμε τη Μέλπω Αξιώτη, τον Τάκη Βαρβιτσιώτη, το Νικηφόρος Βρεττάκο, την Ταϋγέτη Γεωργίτση, τη Γιοβάννα, το Μιχάλη Γκανά, τη Διαλεχτή Γλέζου-Ζευγώλη, την Κική Δημουλά, το Βασίλη Δημουλά, τον Γεώργιο Δροσίνη, τον Οδυσσέα Ελύτη, τον Αργύρη Εφταλιώτη, το Νίκο Ζουμπουλάκη, τον Κ.Π. Καβάφη, τον Έκτορα Κακναβάτο, τον Ανδρέα Κάλβο, τον Κ.Γ. Καρυωτάκη, το Γιάννη Κουτσοχέρα, το Β.Α. Λαμπρόπουλο, τον Ανδρέα Λασκαράτο, το Λορέντζο Μαβίλη, τον Απ. Μαγγανάρη, τον Κ. Μαϊστράλη, τη Μυρτιώτισσα, τον Παύλο Νιρβάνα, τον Κώστα Ουράνη, τον Κωστή Παλαμά, το Θανάση Παπαθανασόπουλο, το Ζαχαρία Παπαντωνίου, τον Τάκη Παπατσώνη, τον Τίτο Πατρίκιο, το Σαράντο Παυλέα, το Λάμπρο Πορφύρα, το Γιάννη Ρίτσο, το Γιώργο Σαραντάρη, το Γιώργο Σεφέρη, τον Άγγελο Σικελιανό, τον Άγγελο Σημηριώτη, τον Ηλία Σιμόπουλο, το Σωτήρη Σκίπη, τον Αντώνη Φωστιέρη, το Δημήτρη Χαλατσά, τον Ι.Μ. Χατζηφώτη, τον Χρήστο Χειμωνά, το Ντίνο Χριστιανόπουλο, τον Π. Χρονά, την Ελένη Χωρεάνθη κ.ά.π.
Πρόκειται για μια αξιόλογη προσπάθεια που βρήκε απήχηση στο ελληνικό φιλότεχνο κοινό και τους λογοτέχνες.

1.11.2006

ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΑΡΚΑΒΙΤΣΑΣ

ΕΧΘΡΟΣ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΠΡΟΓΟΝΟΛΑΤΡΕΙΑΣ

Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας (1865 - 1922) γεννήθηκε στα Λεχαινά της Ηλίας και πέθανε στην Αθήνα δύο μήνες μετά την Μικρασιατική καταστροφή σε ηλικία 57 ετών. Σπούδασε γιατρός και υπηρέτησε στο πολεμικό ναυτικό. Ελάχιστοι Έλληνες έχουν διαβάσει τον " Αρχαιολόγο" το σημαντικότερο πεζογράφημά του που γράφηκε το 1904 , κατηγορήθηκε ως ανθελληνικό και αποσύρθηκε από την κυκλοφορία. Πρόκειται για το τελευταίο του μυθιστόρημα μετά τον "Ζητιάνο" και "Τα λόγια της πλώρης". Το έργο, που έχει αλληγορικό χαρακτήρα, περιγράφει τον παράλληλο βίο δύο νεοελλήνων από τους οποίους ο πρώτος είναι ελληνομανής και προγονολάτρης, ενώ ο δεύτερος κατανοεί την πραγματικότητα και βασίζει την ζωή του στις σύγχρονες συνθήκες και όχι στην ομιχλώδη αίγλη των προγόνων. Στο τραγικό τέλος του έργου ο παθιασμένος με την ελληνολατρεία πρωταγωνιστής σκοτώνεται καταπλακωμένος από ένα αρχαίο άγαλμα της θεάς Δόξας, που προσκυνούσε καθημερινά.
Ο Καρκαβίτσας είχε πει: «Όσο ζούμε θαμπωμένοι και άπραγοι κάτω από το βάρος της παλιάς μας δόξας και δεν ζητάμε να ζήσουμε υπεύθυνα και δημιουργικά τη δική μας ζωή, προκοπή ας μην περιμένουμε».

Βιογραφικό
Ο Ανδρέας Καρκαβίτσας γεννήθηκε στα Λεχαινά της Ηλείας, πρωτότοκος γιος του Δημητρίου Καρκαβίτσα και της Άννας το γένος Σκαλτσά. Είχε τέσσερις αδερφούς και τέσσερις αδερφές. Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στη γενέτειρά του και δεκατριών χρόνων πήγε στην Πάτρα για γυμνασιακές σπουδές. Στην Πάτρα μελέτησε ελληνική μυθολογία και ελληνική λογοτεχνία, κυρίως τους Επτανήσιους και τους πεζογράφους της Α' Αθηναϊκής Σχολής. Την περίοδο αυτή χρονολογείται ο άτυχος έρωτάς του για την Ιολάνθη Βασιλειάδη, από τη μορφή της οποίας θεωρείται πως εμπνεύστηκε για την ηρωίδα της Λυγερής (1896). Το 1883 γράφτηκε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, απ΄ οπού αποφοίτησε πέντε χρόνια αργότερα.
Στην Αθήνα συνδέθηκε με τον Κωστή Παλαμά, τον Κων/νο Χατζόπουλο και τον Γρηγόριο Ξενόπουλο. Η προκήρυξη του διαγωνισμού διηγήματος της Εστίας τον ώθησε στο χώρο της ηθογραφίας και ταξίδεψε σε χωριά της Ρούμελης, για να συλλέξει λαογραφικά και ιστορικά στοιχεία τα οποία χρησιμοποίησε στα πρώτα έργα του. Το 1889 στρατεύτηκε και κατά τη διάρκεια της θητείας του στο Μεσολόγγι γνώρισε τις άθλιες συνθήκες ζωής της ελληνικής υπαίθρου. Τις εντυπώσεις του κατέγραψε σε μια σειρά οδοιπορικών σημειώσεων, που αξιοποίησε στη νουβέλα του «Ο Ζητιάνος», το 1897. Υπηρέτησε επίσης ως έφεδρος δόκιμος γιατρός και το 1891 μετά τη λήξη της στρατιωτικής του θητείας διορίστηκε υγειονομικός γιατρός στο ατμόπλοιο Αθήναι, με το οποίο ταξίδεψε στη Μεσόγειο, τη Μαύρη Θάλασσα, τα παράλια της Μικράς Ασίας και τον Ελλήσποντο.
Οι εμπειρίες του από την περίοδο αυτή της ζωής του περιέχονται στο ταξιδιωτικό ημερολόγιο. Σ' Ανατολή και Δύση και αξιοποιήθηκαν στη συλλογή διηγημάτων Λόγια της Πλώρης (1899). Από τον Αύγουστο του 1896 και ως το 1921 υπήρξε μόνιμος αξιωματικός του ελληνικού στρατού φθάνοντας ως το βαθμό του γενικού αρχίατρου. Από τη θέση αυτή συνέχισε να ταξιδεύει με συνεχείς μεταθέσεις που επιδίωξε ο ίδιος (την έντονη αυτή επιθυμία του για τα ταξίδια ονόμαζε ο ίδιος αειφυγία). Υπήρξε μέλος της Εθνικής Εταιρίας που προωθούσε τη Μεγάλη Ιδέα και η ήττα του 1897 στάθηκε για τον Καρκαβίτσα μια μεγάλη απογοήτευση. Μέλος του Στρατιωτικού Συνδέσμου το 1909, συμμετείχε στο κίνημα στο Γουδί, στράφηκε όμως στη συνέχεια εναντίον του Βενιζέλου. Πήρε μέρος στους Βαλκανικούς πολέμους ως στρατιωτικός γιατρός και το 1916 αντιτάχτηκε στο κίνημα Εθνικής Αμύνης με αποτέλεσμα να τεθεί σε περιορισμό και να εξοριστεί στη συνέχεια στη Μυτιλήνη. Στο στράτευμα επανήλθε το 1920 και αποστρατεύτηκε δυο χρόνια αργότερα με δική του αίτηση.
Οι κακουχίες της εξορίας συνέβαλαν στον κλονισμό της υγείας του και το 1922 πέθανε από φυματίωση του λάρυγγα. Σύντροφός του στα τελευταία χρόνια της ζωής του στάθηκε η Δέσποινα Σωτηρίου. Η πορεία του Ανδρέα Καρκαβίτσα στα γράμματα ξεκίνησε στα πλαίσια της φθίνουσας περιόδου του Αθηναϊκού Ρομαντισμού. Από την περίοδο αυτή σώζονται χειρόγραφα από ποιητικά και πεζά έργα του στην καθαρεύουσα. Πολύ σύντομα όμως στράφηκε στη δημοτική και έγινε δημοφιλής στους λογοτεχνικούς κύκλους, δημοσιεύοντας από το 1885 άρθρα ποικίλου περιεχομένου, διηγήματα και νουβέλες σε πολλά αθηναϊκά λογοτεχνικά περιοδικά και εφημερίδες. Τις εκδόσεις των έργων του φρόντιζε ο ίδιος διορθώνοντας και συμπληρώνοντας τις αρχικές μορφές των κειμένων του. Το 1898 βραβεύτηκε στο διαγωνισμό της Εστίας για το διήγημα Πάσχα στα Πέλαγα και το 1911 τιμήθηκε με το αργυρό Σταυρό.
Γύρω στο 1905 η λογοτεχνική παραγωγή του παρουσίασε σημαντική κάμψη που διάρκεσε ως το τέλος της ζωής του με μοναδική εξαίρεση τη διετία 1918-1920, οπότε ξεκίνησε η ενασχόλησή του με τη συγγραφή σχολικών αναγνωσμάτων σε συνεργασία με τον Επαμεινώνδα Παπαμιχαήλ. Πριν το θάνατό του εξέδωσε δυο ακόμη συλλογές παλιότερων διηγημάτων του με στρατιωτική θεματογραφία (Διηγήματα για τα παλικάρια μας και Διηγήματα του γυλιού), ενώ δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει τον Αρματωλό, μυθιστόρημα που είχε ξεκινήσει από το 1894.
Στο λογοτεχνικό έργο του Καρκαβίτσα κυριαρχεί η δημοτική γλώσσα στη μετριοπαθή της έκφραση. Η συμβολή του συγγραφέα στο δημοτικιστικό Αγώνα χρονολογείται ήδη από το 1892 (τέσσερα χρόνια μετά την έκδοση του έργου του Ψυχάρη Το ταξίδι μου), όταν στον πρόλογο της έκδοσης της πρώτης συλλογής διηγημάτων τοποθετήθηκε υπέρ της δημοτικής. Στη συνέχεια πήρε μέρος στην ίδρυση της εταιρίας "Η Εθνική Γλώσσα" (1905) και ήταν μέλος του Εκπαιδευτικού Ομίλου και της Λαογραφικής Εταιρίας του Νικόλαου Πολίτη. Ωστόσο ποτέ δεν ασπάστηκε τις ακρότητες του Ψυχάρη και προσπάθησε να σταθεί ανάμεσα στις ακραίες θέσεις του γλωσσικού ζητήματος.
Η πεζογραφία του κινήθηκε αρχικά στα πλαίσια της ειδυλλιακής ηθογραφίας με αρκετά λαογραφικά στοιχεία και πέρασε σταδιακά προς τον ρεαλισμό με στοιχεία κοινωνικού προβληματισμού, με σχηματικό ορόσημο τη Λυγερή (1890) και κορυφαία έκφραση τον Ζητιάνο (1897). Από τα ογδόντα συνολικά διηγήματά σταθμός στάθηκε η συλλογή «Τα Λόγια της Πλώρης» (1899), ενώ στο τελευταίο έργο του Ο Αρχαιολόγος (1904) προσπάθησε να λειτουργήσει διδακτικά, προβάλλοντας τις ιδέες του για μια γόνιμη σχέση των νεοελλήνων με τον αρχαίο ελληνικό πολιτισμό.

Από τα έργα του
Το γιούσουρι στην γλώσσα των ναυτικών είναι ένα Θεριό της Θάλασσας, είναι ένα δέντρο του βυθού με κλαδιά και ρίζες και με ρόζους. Κι αυτό το θεριό το φοβούνται τα καράβια που ταξιδεύουν. Μόνο μια λύση υπάρχει για να σωθούν, να ξεριζωθεί το γιούσουρι. Κι αυτό θα το τολμήσει ο Γιάννος ο Γκάμαρος, ένας νησιώτης.
Γοργόνες: Φουρτούνες και κύματα, στοιχειά και ξωτικά της θάλασσας, ένας πλούσιος και δυνατός μπέης δίνει όσα όσα να γιατρευτεί η αγαπημένη του κόρη, που ήταν όμορφη σαν την Ηλιογέννητη. Ένας γέροντας με μια κασέλα γεμάτη ξωτικά υπόσχεται να την κάμει καλά, όμως τα ξωτικά στο τέλος κάνουν του κεφαλιού τους... Ναυάγια

Το διήγημα περιέχεται στη συλλογή Λόγια της Πλώρης (1899)

Μόλις αράξαμε στη Στένη, ο καπετάν Ξυρίχης πήρε τη βάρκα κι έτρεξε στο τηλεγραφείο. Δυο ημέρες τώρα δεν ήβρεσκε ησυχία. Τριάντα μίλια έξω από το Μπουγάζι αντάμωσε τον «Αρχάγγελο», το μπάρκο του, που ήταν μέσα κυβερνήτης και γραμματικός τα δυο του αδέρφια. Δεν πρόφτασαν να καλοχαιρετηθούν, να ειπούν για το φορτίο και το ναύλο τους και τους χώρισε ο χιονιάς. Κατόρθωσε τέλος να ορθοπλωρίσει το δικό μας και ολάκερο ημερονύχτι θαλασσοδαρθήκαμε στ' ανοιχτά. Μα όταν μπήκε στο Βόσπορο, ρώτησε όλους τους βαρκάρηδες, τους πιλότους, ακόμη τους κουμπάρους και τις κουμπάρες· αλλά τίποτε δεν έμαθε για τον «Αρχάγγελο». Τι να έγινε; Φυλάχτηκε πουθενά; Πρόφτασε να ορθοπλωρίσει κι εκείνος ή έπεσε απάνω στους βράχους; Κι αν τσακίστηκε το μπάρκο, σώθηκαν τουλάχιστον τ' αδέρφια του; Όλο τέτοια συλλογίζεται κι έχει συγνεφωμένο το μέτωπο, τρέμουλο έχει στην καρδιά.
'Οταν έφτασε στο τηλεγραφείο, ξέχασε μια στιγμή τον πόνο του εμπρός στον πόνο των αλλωνών. Κάτω στην αυλή, απάνω στις σαρακωμένες σκάλες και παραπάνω στ' ασάρωτα πατώματα κόσμος σαν αυτόν ανήσυχος· γυναίκες, άντρες, παιδιά πρόσμεναν να μάθουν από το σύρμα την τύχη των δικών τους. Κι εκείνο σώριαζε με την ταρναριστή φωνή του ακατάπαυστα θλίψη. Ονόμαζε πνιγμούς, μετρούσε θανάτους, έλεγε ναυάγια, περιουσίας χαμούς, συνέπαιρνε χαρές κι ελπίδες σαν δρόλαπας. Και κάθε λίγο απάνω στα πατώματα, στις σκάλες κάτω και παρακάτω στην αυλή θρήνοι ακούονταν, κορμιά έπεφταν λιπόθυμα, φωτιά κυλούσε το δάκρυ.
Ο καπετάν Ξυρίχης δε μπορούσε να υποφέρει περισσότερο το βάσανο. Βιαζότανε να μάθει και τη δική του μοίρα. Έσπρωξε τον κόσμο ζερβόδεξα, ανέβηκε δυο δυο τα σκαλιά, έφτασε με κόπο στη θυρίδα και ρώτησε με ολότρεμη φωνή:
- Για τον «Αρχάγγελο»... το μπάρκο... μην ακούσατε τίποτα;
- Τίποτα· του απαντά ξερά ο τηλεγραφητής.
- Τίποτα! πώς είναι δυνατόν; ξαναρωτάει. «Αρχάγγελο» το λεν έχει φιγούρα δέλφινα... έχει στο μεσανό κατάρτι κόφα. Σπετσιώτικο χτίσιμο.
Και κολλάει περίεργα τα μάτια στου υπαλλήλου το πρόσωπο, αυτιάζεται τους κρότους που βγάζει ξερούς, συγκρατητούς, σαν δοντοχτύπημα κρυωμένου, η μηχανή. Τα σωθικά του λαχταρούν, φεύγουν τα σανίδια από τα πόδια του- έτοιμος να λιποθυμήσει. Μα δεν την παρατά τη θέση του. Τέλος σηκώνει εκείνος τα μάτια, τον καλοκοιτάζει μια στιγμή και λέει με φωνή αδιάφορη:
- Ναι ...«Αρχάγγελος». Χάθηκε στο τάδε μέρος της Ρούμελης. Κόπηκε στα δυο· η πρύμνη του ρίχτηκε στους βράχους με δυο παιδιά μέσα... Τα παιδιά είναι ζωντανά.
- Ζωντανά! Αναστυλώνεται ο καπετάνιος στα πόδια του.
- Τα ονόματα; λέει με φωνή σαν χάδι· δεν μπορούμε τάχα να μάθουμε τα ονόματα;
- Πέτρος και Γιάννης.
Δόξα σοι ο θεός! Πέτρος και Γιάννης είναι τ' αδέρφια του. Ζωντανά λοιπόν και τα δυο. Ζωντανά εκείνα, θρύμματα το ολοκαίνουργο σκαφίδι! Πάλι δόξα σοι ο θεός! Φτιάνουν άλλο μεγαλύτερο και ομορφότερο. Φιλεύει ανοιχτόκαρδος πέντε πούρα τον υπάλληλο· δίνει ένα μετζίτι κέρασμα στον υπηρέτη· παρηγορεί γλυκομίλητος τα θλιμμένα πρόσωπα: - Δεν είναι τίποτα· όλοι καλά είναι· όλα καλά!
- Ποιας ηλικίας τάχα να είναι τα παιδιά; ρωτάει πάλι.
Ο υπάλληλος σκουντουφλιάζει· μα τον παρασκότισε! Γύρω ακούονται φωνές· ανυπόμονες· σπρώχνει ο ένας τον άλλον θέλουν να τον βγάλουν από τη θυρίδα. Έμαθε πως ζουν τ' αδέρφια του· δεν του φτάνει; Είναι κι άλλοι που λαχταρούν για τους δικούς τους. Ας μάθουν κι εκείνοι κατιτί! Μα εκείνος δεν αφήνει τη θέση του.
- Ποιας ηλικίας τάχα; ξαναρωτά.
- Δέκα δώδεκα χρονών.
Πάλι απελπισία. Τ' αδέρφια του δεν είναι τόσο μικρά. Είναι από είκοσι
πέντε κι απάνω. Σκουντούφλης κατεβαίνει τις σκάλες, βγαίνει από την αυλή, παίρνει το βαποράκι και φτάνει στα Θεραπειά. Από κει μ' έν' άλογο φτάνει στον Αϊ-Γιώργη, παίρνει την ακρογιαλιά. Τα μάτια του ομπρίζουν. Ο ήλιος παιγνιδίζει ακόμη σε ζαφειρένιο ουρανό. Η θάλασσα λίμνη απλώνεται ως τα ουρανοθέμελα. Η γη ανθοσπαρμένη μοσχοβολά. Μα - η ακρογιαλιά μοιάζει με νεκροταφείο. Κάθε βράχος και νεκροκρέβατο. Καράβια κομματιασμένα, βαρκούλες μισοσπασμένες, σχοινιά, κατάρτια, φιγούρες, πανιά, εικονίσματα, παδέλες, πιάτα, λιβανιστήρια, πυξίδες, χρυσόξυλα. Και μαζί χέρια, πόδια, κορμιά, δίχως κεφάλια, κεφάλια δίχως κορμιά, άδεια καύκαλα, τρίχες χωμένες στις σκισμάδες, μυαλά στουπιασμένα στην πέτρα. Ένα τρεχαντηράκι ομορφοφτιασμένο, άγγελος, πρόβαινε με πανιά και ξάρτια, λες κι αρμένιζε ανάερα. Και όμως ήταν καρφωμένο στο βράχο, σφιλιασμένο τόσο καλά στην πέτρα, που ουδέ νερό ουδ' άνεμος μπορούσε να περάσει. Κι ένα σκυλί στην πρύμνη δεμένο γύριζε μάτια φωτιές, δάγκωνε την αλυσίδα του και το νερό κοιτάζοντας αλύχταγε, κι αλύχταγε, σαν να το έβριζε, που χάλασε τ' ομορφοκάραβο.
Έκαμε ακόμη μερικά βήματα ο καπετάν Ξυρίχης και άξαφνα βρέθηκε μπρος στο μπάρκο του. Έπρεπε να είναι δικό του ξύλο, για να το γνωρίσει. Ούτε κατάρτια ούτε πανιά ούτε σκαφίδι απόμενε πλια. Μονάχα η πρύμνη του, κι εκείνη ξεσκλισμένη, κρατιότανε σε δυο χάλαρα. Και γύρωθέ της πικρή νεκροπομπή, άλλα ξύλα σκορπισμένα, κουπιά και άρμενα· άλλες καρίνες φαγωμένες· άλλα ποδόσταμα και σωτρόπια και σταύρωσες. Κι ακόμη γύρωθέ της άλλη πικρότερη συνοδεία! Βλέπει το ναύκληρο νεκρό στο πλάγι· βλέπει τους ναύτες πέρα δώθε σκορπισμένους, άλλους κολλιτσίδα απάνω στα κοτρόνια, άλλους μισοσκεπασμένους με τον άμμο, άλλους παιχνίδι του νερού, δαρμός και φτύμα του. Κι απάνω στα τουμπανιασμένα κουφάρια, στα πρόσωπα τα χασκογέλαστα τα όρνια καλοκαθισμένα βύθιζαν το ράμφος στη νεκρή σάρκα και στον κρότο του πέταξαν κράζοντας, σαν να διαμαρτύρονταν που τα ενοχλούσε στο πλούσιο φαγοπότι.
Αρχίζει τώρα φριχτότερο του καπετάνιου το βάσανο. Εκείνα τα κουφάρια δείχνουν πως κοντά βρίσκονται και τα δικά του. Θέλει να δράμει, να ψάξει ολούθε, μα δεν τολμά. Κάτι μέσα του τον κρατεί, τα πόδια του καρφώνει στ' αχνάρια τους. Τέλος πάει και ψαχουλεύει. Βρίσκει ασούσουμα και τ' αδέρφια του. Το ένα κείτεται με το κεφάλι συψαλιασμένο, το άλλο έχει και τα δυο πόδια κομμένα στα γόνατα. Αν δεν του το 'λεγε η ψυχή, βέβαια δε θα τα γνώριζαν τα μάτια του, όπως και το μπάρκο. Αλλά του το είπε και τα καλογνώρισε. Και τότε τα μάτια του στέρεψαν ούτε δάκρυα βγάζουν ούτε σπαρταρούν. Τη θάλασσα μόνον κοιτάζουν πεισμωμένα. Άξαφνα ο γρόθος σηκώνεται να πέφτει με ορμή, που λες τρόμαξε και πισωπάτησε εκείνη φοβισμένη.
Έπειτα σκύφτει και γλυκοφιλεί τ' αδέρφια του. Χαϊδεύει τους τα χτυπημένα κορμιά ανάλαφρα, σαν να φοβάται μην τα ξυπνήσει· κάτι τους ψιθυρίζει μυστικά στ' αυτί, θες παρηγοριά, θες μακρινήν υπόσχεση. Έπειτα με το λάζο αρχίζει και σκάφτει τον τάφο τους. Παιδεύτηκε κάπου μια ώρα στον άμμο. Τον άνοιξε καλά απίθωσε πρώτα τ' αδέρφια, έπειτα το ναύκληρο, κατόπιν τους ναύτες, κύλησε επάνω πέτρες και χάλαρα. Έπειτα έπιασε πάλι τη στράτα του κι έφτασε στα θεραπεία. Βρίσκει το βαπόρι, έφτασε πάλι στο μπάρκο του.
- Έτοιμα; ρωτά το γραμματικό.
- Έτοιμα.
- Βίρα άγκουρα!
Ο καπετάν Ξυρίχης, αμίλητος, έπιασε τη θέση του στο κάσαρο κι εξακολουθήσαμε το ταξίδι.

1.09.2006

Σαλάτα με αυγοτάραχο, ντοματίνια και σέλερυ

50 γρ. Αυγοτάραχο Μεσολογγίου
2 κλωναράκια σελερυ
200 γρ. ντοματίνια
έξτρα παρθένο ελαιόλαδο
αλάτι
φρεσκοτριμμενο πιπέρι
χυμό 1 λεμονιού
4 φέτες ψωμί μαύρο η με προζύμι

Ψιλοκόβουμε το σέλερυ και τα ντοματίνια σε 4 κομμάτια. Ανακατεύουμε με αλάτι, το ελαιόλαδο και το χυμό λεμονιού και μοιράζουμε τη σαλάτα πάνω από τις φέτες του ψωμιού.
Κόβουμε το αυγοτάραχο σε λεπτές φέτες και το απλώνουμε πάνω από τη σαλάτα. Τρίβουμε πιπέρι πάνω από το αυγοτάραχο και συμπληρώνουμε ακόμη λίγο ελαιόλαδο.
Είναι μια καλοκαιρινή σαλάτα με έντονες αρωματικές και ελαφρά πικάντικες γεύσεις από το αυγοτάραχο και το ελαιόλαδο.
Σερβίρεται καθαρισμένο από το κερί του, κομμένο σε λεπτά φετάκια.Τρώγεται πάνω σε φετάκια φρέσκου ψωμιού. Μπορείτε να προσθέσετε σταγόνες ελαιόλαδου και λιγο λεμόνι. Η κραταιή γεύση του αντέχει και τα πιο ισχυρά οινοπνεύματα χωρίς να εξουδετερώνεται. Ταιριάζει με ομελέτες, μακαρόνια, φρούτα εποχής, σύκο, μάνγκο, αχλάδι κ.λ.π., ενώ συνοδεύει σαλάτες και λαχανικά. Μπορείτε να το γευτείτε με Μπέλμα τοστ αλειμμένο με λιωμένο τυρί φέτα και ψύχα λεμονιού. Με κουλούρι κομμένο στη μέση αλειμμένο με λειωμένο τυρί, λεμόνι και φυλλαράκια ρόκας. Με χυμό φρέσκου λεμονιού ως dip συνοδεύοντας λαχανικά. Συνοδεύει θαυμάσια όλα σχεδόν τα ποτά. Υποστηρίζει πολλά πιάτα και τόστ. Με μικρό μπριός κομμένο στη μέση αλειμμένο με φρέσκο βούτυρο.

Πηγή: Gourmed

Χαλβάς σιμιγδαλένιος

Υλικά
1 κούπα λάδι
2 κούπες χοντρό σιμιγδάλι
3 κούπες ζάχαρη
4 κούπες νερό
Κανέλα (1 ξύλο)
10 καρφιά γαρίφαλο
Λίγο ξύσμα πορτοκαλιού
Κανέλα τριμμένη για το σερβίρισμα

Προαιρετικά:
1 κούπα καρύδια χοντροκομμένα
1/2 κούπα ξανθές σταφίδες

Ετοιμασία
Βάζουμε το νερό σε ένα σκεύος, διαλύουμε την ζάχαρη, προσθέτουμε τα γαρίφαλα, την κανέλα (ξύλο) και το ξύσμα πορτοκαλιού.
Ρίχνουμε το λάδι στην κατσαρόλα και μόλις κάψει προσθέτουμε το σιμιγδάλι και ανακατεύουμε με μια ξύλινη κουτάλα.
Μόλις το σιμιγδάλι καβουρντιστεί ρίχνουμε το νερό με την ζάχαρη, ανακατεύουμε, αφήνουμε να βράσει για 5 λεπτά περίπου και σβήνουμε την φωτιά.
Σκεπάζουμε με χαρτί κουζίνας την κατσαρόλα (χωρίς να την τραβήξουμε από την φωτιά) και αφήνουμε τον χαλβά για άλλα 5 λεπτά.
Προσθέτουμε τα καρύδια και τις σταφίδες (προαιρετικά), ανακατεύουμε και τον σκεπάζουμε πάλι. Οταν πιει όλο το νερό είναι έτοιμος. Πασπαλίζουμε με κανέλα και σερβίρουμε.

ΑΥΓΟΤΑΡΑΧΟ ΜΕΣΟΛΟΓΓΙΟΥ, η βασιλική τροφή

Απόλυτα φυσικό προϊόν - χωρίς συντηρητικά - υψηλής διατροφικής αξίας με μακρότατη επίγευση. Κατέχει εξέχουσα θέση στην αγορά των γκουρμέ προϊόντων. Το αυγοτάραχο αποτελούσε εκλεκτή λιχουδιά από την εποχή των Φαραώ, ήταν γνωστό στο Βυζάντιο, ενώ αποτελούσε ουσιαστική και σημαντική διατροφή στο διαιτολόγιο των αρχαίων. Πλούσιο σε πρωτεϊνες, ω3 και σελήνιο, νηστίσιμο, με λίγες θερμίδες. Περιέχει Βιταμίνες Α, B, C, σίδηρο, ασβέστιο. Συνιστάται σε αθλητές για επιδόσεις. Η παράδοση μας λέει ότι τρώγεται μόνο του, κομμένο σε λεπτές φέτες, αφού καθαριστεί από το κερί που το προστατεύει, πάνω σε φρυγανισμένο ζεστό ψωμί. Η διάρκεια ζωής μιας ράβδου ξεπερνα τον ένα χρόνο, η σωστότερη όμως περίοδος ανάλωσης του είναι μέσα στο πρώτο δεκάμηνο. Όσο νωπότερο καταναλωθεί το αυγοτάραχο τόσο πιο δυνατή είναι η γεύση του. Διατηρείται σε ψυγείο συντήρησης.
Πηγή: Τρικαλινός

Τσολιάς της Ρούμελης

Λιδωρίκι

Έδρα του Δήμου Λιδωρικίου με 1500 κατοίκους,είναι η 'καρδιά' των Δωριέων. Υπήρξε στο πέρασμα των αιώνων προπύργιο και άπαρτο κάστρο του ελληνισμού και της ορθοδοξίας στις 'Θερμοπύλες' της ευρύτερης περιοχής. Η ιστορία του Λιδωρικίου (ηρωική και πλουσιότατη) αρχίζει από την εποχή των Δωριέων, όπως μαρτυράει το πλήθος των αρχαιολογικών χώρων της περιοχής (αρχαία φρούρια, οικισμοί). Στα μεσαιωνικά χρόνια το Λιδωρίκι αποτελούσε το κέντρο της τοπικής αντίστασης κατά των Σλάβων επιδρομέων. Από την εποχή του Λέοντα ΣΤ΄, του Σοφού (865-912 μ.Χ.) η ορθόδοξη Επισκοπή του Λιδωρικίου ανακόπτει τη Λατινική διείσδυση στην περιοχή και οι Λιδωρικιώτες (οι κάτοικοι της ευρύτερης περιοχής του) ανθίστανται σε Φράγκους, Καταλανούς, Βενετσιάνους (μνημεία αντίστασης τα τοπικά μεσαιωνικά κάστρα, οι επισκοπές και τα μοναστήρια, το πλήθος των γραπτών μαρτυριών , η συμμετοχή στη μεγάλη Ναυμαχία της Ναυπάκτου το 1571 κ.α. ). Κατά την τουρκοκρατία όλη η περιοχή του Λιδωρικίου βρίσκεται σε διαχρονικό αγώνα κατά των τυράννων (πλήθος οι κλέφτες και οι αρματωλοί, ωραιότατα τα δημοτικά τους τραγούδια). Οι Λιδωρικιώτες έχουν μεγάλη προσφορά αίματος, παρόντες σε όλους τους αγώνες του έθνους και στην αντίσταση εναντίον κάθε μορφής τυραννίας και ολοκληρωτισμού. Το Λιδωρίκι και η περιοχή του έγιναν ολοκαύτωμα κατά τη περίοδο της κατοχής με εκατοντάδες αθώων θυμάτων. Αυτό το τραγικό γεγονός προκάλεσε τη αναβάθμιση της Κοινότητας Λιδωρικίου και τη προαγωγή της τιμητικά σε Δήμο Λιδωρικίου που είναι Ιστορικό, Επικοινωνιακό, Εκπαιδευτικό, Οικονομικό και Διοικητικό κέντρο της ορεινής κυρίως Δωρίδας (πρωτεύουσα της επαρχίας Λιδωρικίου κατά τη τουρκοκρατία και πρωτεύουσα της επαρχίας Δωρίδας από το 1833).

Φθιώτιδα

Η Φθιώτιδα, νομός με υψηλού επιπέδου τουριστική υποδομή, διαθέτει ωραία παραθαλάσσια θέρετρα με εξαιρετικές πολυσύχναστες παραλίες αλλά και ορεινές ομορφιές.
Η Λαμία μεγάλο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Στο χώρο που βρίσκεται τώρα η Λαμία, υπήρχε και η αρχαία πόλη, πράγμα το οποίο δηλώνει τους πολιτισμικούς θησαυρούς που μπορεί να θαυμάσει ο επισκέπτης. Αξίζει να γίνει επίσκεψη στο Λαογραφικό Μουσείο και τη Δημοτική Βιβλιοθήκη, επίσης αξιόλογες είναι οι βυζαντινές εκκλησίες του Αγίου Λουκά και της Παναγίας της Αρχοντικής που θα σας εντυπωσιάσουν.
Τα Καμένα Βούρλα, είναι χτισμένα σε μία πανέμορφη τοποθεσία ανάμεσα στο βουνό και τη θάλασσα, ακριβώς δίπλα στην εθνική οδό Αθηνών-Θεσσαλονίκης. Είναι το μεγαλύτερο και πληρέστερο τουριστικό θέρετρο ολόκληρης της Κεντρικής Ελλάδας. Οι διακοπές στα Καμένα Βούρλα χαρακτηρίζονται από πληρότητα που σπάνια συναντά κανείς. Ο συνδυασμός θάλασσα – βουνό – ιαματικές πηγές , μαζί με την εύκολη πρόσβαση σε κοντινές παραλίες και νησάκια, εκδρομές σε αρχαιολογικούς και ιστορικούς τόπους, καθώς και σε γραφικά χωριά της Φθιώτιδας, κάνουν τις διακοπές μοναδικές. Τα αξιοθέατα του διευρυμένου Δήμου των Καμένων Βούρλων είναι πολλά και ποικίλα. Ένα από αυτά, το μοναστήρι της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος, κτισμένο τον 11ο- 12ο αιώνα μ.Χ., αποτελεί ένα ανεκτίμητο ιστορικό μνημείο. Η θέα από τη μονή προς το Μαλιακό κόλπο είναι μοναδική. Σε απόσταση λίγων χιλιομέτρων από τη μονή βρίσκεται η Καρυά, παραδοσιακό ορεινό χωριό με καταπληκτική θέα στους γύρω ορεινούς όγκους. Μια θαυμάσια ευκαιρία για όλους τους προσκυνητές είναι να επισκεφθούν τη Μονή στον εορτασμό της Μεταμόρφωσης του Σωτήρος στις 6 Αυγούστου.
Η ιστορική γέφυρα του Γοργοπόταμου, είναι πολύ γνωστή σε όσους γνωρίζουν την ελληνική ιστορία. Ανατινάχτηκε από τις αντάρτικες δυνάμεις στις 25 Νοεμβρίου 1942 προκαλώντας σοβαρές ζημιές στις γερμανικές δυνάμεις κατοχής, που τον καιρό εκείνο μάχονταν στην Αφρική.
Οι Θερμοπύλες, παγκοσμίως γνωστές, για τη μάχη μεταξύ των Περσών με τον βασιλιά της Σπάρτης Λεωνίδα και τους 300 στρατιώτες. Αξίζει να επισκεφθείτε το άγαλμα του Λεωνίδα, το οποίο ανεγέρθηκε σε ανάμνηση της μάχης των Θερμοπυλών. Επίσης μπορείτε να επισκεφτείτε την ιστορική γέφυρα της Αλαμάνας.

ΒΟΙΩΤΙΑ

Η Βοιωτία, ο ανεκτίμητος θησαυρός της Στερεάς Ελλάδας, δεσπόζει με μεγαλοπρέπεια ανάμεσα στις αναρίθμητες άλλες περιοχές της προικισμένης Ελλάδας. Ο ξεχωριστός νομός Βοιωτίας, εγκατεστημένος στην καρδιά της Στερεάς Ελλάδας, συνορεύει με την Αττική ανατολικά και με τη Φωκίδα και τη Φθιώτιδα δυτικά και βρέχεται απο τον Ευβοϊκό κόλπο βόρεια και απο τον Κορινθιακό κόλπο νότια. Ο νομός Βοιωτίας καλύπτει μεγάλη έκταση 1. και έχει 134.100 κατοίκους. Το εξερευνητικό σας ταξίδι ανάμεσα στην αγνή φυσική ομορφιά, την αδάμαστη γη και τις απάτητες περιοχές, όπως επίσης και η περιπλάνησή σας ανάμεσα στις παραδοσιακές και γραφικές πόλεις, τα χωριά και τους οικισμούς που βρίσκονται διασκορπισμένα σε όλο το υπέροχο τοπίο, είναι βέβαιο πως θα σας εντυπωσιάσουν. Η θεσπέσια φυσική ομορφιά και οι μοναδικές ανθρώπινες δημιουργίες συνθέτουν την ακαταμάχητη γοητεία και την ασύγκριτη μοναδικότητα του νομού Βοιωτίας. Η Λιβαδειά, η κοσμική πρωτεύουσα, θα είναι το σημείο εκκίνησης για ένα ενδιαφέρον ταξίδι στον πολλά υποσχόμενο νομό Βοιωτίας. Η Θήβα, η Τανάγρα, η Χαιρώνεια, η Αλίαρτος, το Δίστομο είναι ορισμένοι απο τους οικισμούς που αξίζει να επισκεφθείτε προκειμένου να θαυμάσετε την απόλυτη ομορφιά και την αρχαιολογική αξία όλου του νομού. Παρόλα αυτά, ο ασυναγώνιστος πόλος έλξης που έχει να παρουσιάσει ο νομός Βοιωτίας είναι ο διαβόητο οικισμός της Αράχωβας. Η Αράχωβα είναι μια ορεινή κωμόπολη διάσημη για τα υφαντά της και την παραγωγή κρασιού. Χτισμένη στους πρόποδες του Παρνασσού, η Αράχωβα είναι ένας πολύ γραφικός οικισμός γεμάτος απο στενά ανηφορικά δρομάκια, πέτρινα σπίτια και συναρπαστική θέα στον κάμπο. Η Αράχωβα θεωρείται επίσης ένα απο τα πλέον ιδανικά θέρετρα για τις χειμερινές σας διακοπές λόγω του ότι βρίσκεται σε κοντινή απόσταση απο τον Παρνασσό και έχει άμεση πρόσβαση στο πιο οργανωμένο χιονοδρομικό κέντρο της ευρύτερης περιοχής. Συνδυάζοντας ορεινούς αλλά και παραθαλάσσιους οικισμούς, ο νομός Βοιωτίας αποτελεί τον ιδανικό προορισμό για να πραγματοποιήσετε τις χειμερινές ή καλοκαιρινές διακοπές που πάντα ονειρευόσασταν. Η σύνθεση υπεροχής που ο αψεγάδιαστος νομός Βοιωτίας προσφέρει σε κάθε επισκέπτη, είναι βέβαιο πως θα αιχμαλωτίσει τη ματιά, την καρδιά και την ψυχή σας.

Στο νησί Τριζόνια

Στον κόλπο του Κορινθιακού βρίσκεται ένα σύμπλεγμα νησιών: Πλανέμι, Πρασούδι, Άι- Γιάννης και Τριζόνια, τα οποία ανήκουν στη Στερεά Ελλάδα. Το μεγαλύτερο από αυτά, τα Τριζόνια, είναι και το μοναδικό που κατοικείται, αριθμώντας 250 κατοίκους. Μικρά καΐκια από το χωριό Γλυφάδα μεταφέρουν καθημερινά επισκέπτες στο καταπράσινο νησί. Ελιές, αμπέλια, πεύκα, σκίνα και φραγκοσυκιές που φτάνουν ως την άκρη της στεριάς σε συνδυασμό με την απουσία αυτοκινήτων, δημιουργούν έναν ιδανικό τόπο ξεκούρασης και ηρεμίας. Από το νησί μπορεί ο επισκέπτης να πραγματοποιήσει μικρές εξορμήσεις σε κοντινές περιοχές όπως: Δελφοί, Ναύπακτος, Γαλαξίδι, Μεσολόγγι.
Για να πάει κανείς στα Τριζόνια μπορεί από το Ρίο-Αντίρριο, Ναύπακτο ή από την Εθνική οδό Λειβαδιά, Αράχωβα, Δελφούς, Ιτέα, Γαλαξείδι. Ωραίες οι διαδρομές, πολύ ωραία χωριά με ψάρι και θάλασσα.

OITH

Η Οίτη απλώνεται από ανατολικά προς τα δυτικά σε μήκος 20 χλμ. και από βορρά προς νότο σε μήκος 18 χλμ. περίπου. Στη βόρεια πλευρά της απλώνεται η εύφορη κοιλάδα του Σπερχειού. Στη δυτική πλευρά της ο ποταμός Ιναχος τη χωρίζει από ένα μικρό βουνό, το Γαυλινά, ενώ λίγο πιο νότια ένα διάσελο τη χωρίζει από τα επιβλητικά Βαρδούσια. Στα νότια ένα διάσελο τη χωρίζει από τη Γκιώνα, ενώ από ανατολικά ο ποταμός Ασωπός τη χωρίζει από το Καλλίδρομο. Η Οίτη είναι ασυνήθιστο βουνό. Όλες του οι πλευρές, εκτός από τη νότια, είναι απόκρημνες και δύσβατες. Βαθιές χαράδρες και άγριο ανάγλυφο δίνουν την αίσθηση ενός απροσπέλαστου βουνού. Όταν όμως ανέβει κανείς πάνω από τα 1.800 μ. υψόμετρο, ξαφνικά όλα ηρεμούν. Οροπέδια, λιβάδια και στρογγυλεμένες κορυφές εκτείνονται σε όλο το κεντρικό συγκρότημα τόυ βουνού, διαφοροποιώντας το από τους γείτονες του, τα Βαρδούσια και τη Γκιώνα, που με την αλπική τους διαμόρφωση εντυπωσιάζουν περισσότερο τους πεζοπόρους και τους ορειβάτες.

Νερά - ποτάμια - λίμνες

Η Οίτη, λόγω των πετρωμάτων της (φλύσχης), είναι βουνό πλούσιο σε νερά. Από τα οροπέδια της πηγάζουν τρία ποτάμια. Στα ανατολικά ο Ασωπός και ο Γοργοπόταμος, που καταλήγουν στο Σπερχειό αφού περάσουν μέσα από απόκρημνα φαράγγια. O Ιναχος (Βίστριζα) στα δυτικά, σε πιο ήρεμο τοπίο, καταλήγει και αυτός στο Σπερχειό. Στα νότια, η Οίτη βοηθάει να ξεδιψάει η Αθήνα, μια που με διάφορα ρέματα ενισχύει τα νερά του Μόρνου . Αξίζει να επισκεφτεί κανείς το σημείο Καταβόθρες, όπου μεγάλες ποσότητες νερού χάνονται σ' ένα άνοιγμα μέσα στη γη, για να καταλήξουν μάλλον στο Γοργοπόταμο. Σ' ένα βουνό με τόσα νερά δεν θα μπορούσαν να λείπουν μικρές λίμνες, όπως στο οροπέδιο Λειβαδιές κάτω από την κορυφή Γρεβενό, ούτε και καταρρύκτες, με πιο εντυπωσιακό τον καταρράκτη των Κομποτάδων με τα 130 μ. ύψος, που στερεύει τον Αύγουστο.

Χωριά
Γύρω από την Οίτη υπάρχουν 22 χωριά. Στα βόρεια η Υπάτη (400 υψόμ.) που είναι το ιστορικό κέντρο της περιοχής, ο Συκάς (250 μ. υψόμ.), το Αργυροχώρι (260 μ. υψόμ.), τα Λουτρά Υπάτης (85 μ. υψόμ.), οι Μεξιάτες (60 μ. υψόμ.), οι Κομποτάδες (60 μ. υψόμ.), o Κωσταλέξης (120 μ. υψόμ.) και ο Φραντζής (130 μ. υψόμ.). Στα ανατολικό ο Γοργοπόταμος (60 μ. υψόμ.), τα Δύο Βουνά (420 μ.' υψόμ.) και το Κουμαρίτσι (840 μ. υμιόμ.). Στα νότια η Οίτη (680 μ.), η Παύλιανη (1.030 μ. υψόμ.), η Πυρά (1.160 μ. υψόμ.), το Μαυρολιθάρι (1.140 μ. υψόμ.) και η Καστριώτισσα (1.160 μ. υψόμ.). Στα δυτικά η Δάφνη (1.120 μ. υψόμ.), το Νεοχώρι (1.240 μ. υψόμ.), ο Πύργος (740 μ. υψόμ.), το Περιστέρι (620 μ. υψόμ.), η Μεσοχώρα (640 μ. υψόμ.), το Λυχνό (660 μ. υψόμ.), το Καπνοχώρι (580 μ. υψόμ.) και η Καστανιά (1.050 μ. υψόμ.)

Η επίσκεψη
Η γειτνίαση με την εθνική οδό κάνει πολύ εύκολλη την επίσκεψη στην Οίτη και στα γύρω χωριά. Το τραίνο φτάνει μέχρι τη Λαμία, με ανταπόκριση στο Λιανοκλάδι. Τα χωριά της νότιας πλευράς μπορείτε να τα προσεγγίσετε και από τη Λειβαδιά.

Μυθολογία
Στην Οίτη έζησε τις τελευταίες του στιγμές ο ημίθεος Ηρακλής. Οταν η Δηιάνειρα του έδωσε να φορέσει τον χιτώνα, που ήταν ποτισμένος με το αίμα του κένταυρου Νέσσου, ο Ηρακλής ανέβηκε στην κορφή της Οίτης. Εκεί μάζεψε σωρό απο ξύλα και ζητούσε κάποιον να ανάψει φωτιά για να καεί και να λυτρωθεί. Αυτό δέχτηκε να το κάνει ο Φιλοκτήτης, οπου για αντάλλαγμα του έδωσε ο Ηρακλής τα βέλη του που ήταν θανατηφόρα. Οταν οι φλόγες περικύκλωσαν το σώμα του Ηρακλή ο Δίας μη αντέχοντας να βλέπει τον γιό του να υποφέρει έστειλε κεραυνούς και σύννεφα, που πήραν τον Ηρακλή και τον ανέβασαν στον Ολυμπο κανοντάς τον αθάνατο. Ο Ηρακλής παντρεύτηκε στον Ολυμπο την Ηβη θεότητα της νιότης. Κατά μια άλλη εκδοχή ο Δίας θέλοντας να δροσίσει τον γιό του έριξε ενα κεραυνό στην Οίτη. Στο σημείο που έπεσε ο κεραυνός άρχισε να αναβλύζει νερό. Το σημείο αυτό είναι οι πηγές του Γοργοποτάμου.

Ιστορία
Στη νεότερη ιστορία, η Οίτη αποτέλεσε ορμητήριο αντίστασης ενάντια στην τουρκική στρατιά των Κιοσέ Μεχμέτ και Ομέρ Βρυώνη, που κατέβηκαν να πνίξουν την Ελληνική επανάσταση. Στη σκιά των πλατάνων των Κομποτάδων συσκέφθηκαν οι οπλαρχηγοί Δυοβουνιώτης, Γκούρας και Αθανάσιος Διάκος. Στην σύγχρονη ιστορία, η Οίτη είναι συνδεδεμένη με την αντίσταση κατά των Γερμανών. Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοπόταμου, από τις ενωμένες αντιστασιακές οργανώσεις του Βελουχιώτη και του Ζέρβα, με την βοήθεια των 'Αγγλων, θεωρήθηκε ένα από τα δύο σπουδαιότερα σαμποτάζ σε ολόκληρη την Ευρώπη, μια που απέκοψε για ενάμισι μήνα την τροφοδοσία του Ρόμελ στην Αφρική.

Μοναστήρια
Η Μονή Αγάθωνος, δυτικά από την Υπάτη, είναι το σπουδαιότερο μοναστήρι της περιοχής. Ιδρύθηκε το 12ο αιώνα και γνώρισε διαδοχικές εποχές ακμής και παρακμής Κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1821, εκτός από προσφορά χρημάτων και εφοδίων οι ίδιοι μοναχοί πήραν τα όπλα και αγωνίστηκαν για την ελευθερία. Σήμερα όλο το μοναστήρι είναι στολίδι της περιοχής. Το μοναστήρι γιορτάζει στις 6 Αυγούστου αλλά και στις 15 του ίδιου μήνα, όπως και στις 10 Φεβρουαρίου,. του Αγίου Χαραλάμπους.

Εθνικός δρυμός
Η Οίτη έχει ένα μοναδικό οικοσύστημα, για την προστασία του οποίου δημιουργήθηκε το 1966 ο Εθνικός Δρυμός Οίτης. Η περιφερειακή ζώνη καλύπτει 42.000 στρ., ενώ ο πυρήνας 30.000 στρ. Ο δρυμός εκτείνεται στο βορειοανατολικό τμήμα του βουνού από τις κορυφές Αλύκαινα και Γρεβενό μέχρι τις υπώρειες πάνω από τα χωριά Υπάτη μέχρι Κομποτάδες. Ο πυρήνας καταλαμβάνει μια κλίμακα υψομέτρων από τα 500 μ. μέχρι τα 2.116 μ., με αποτέλεσμα να έχει μία μεγάλη ποικιλία βιοτόπων και εδαφών Στη χαμηλότερη ζώνη επικρατούν τα πουρνάρια; ενώ στα Ψηλότερα το μεγαλύτερο μέρος του δρυμού το καταλαμβάνουν τα κεφαλλονίτικα έλατα, εκτός από το οροπέδιο Λειβαδιές που είναι σχεδόν άδενδρο. τους. Όπως αναφέρι η Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης: «Οι εθνικοί δρυμοί είναι τα τελευταία οχυρά της φύσης. Είναι οι ναοί της πιο υψηλής και σύνθετης μυσταγωγίας. Δεν πρέπει να αφαιρούμε τίποτα από εκεί και δεν χρειάζεται να προσθέσουμε κάτι. Ας προσπαθήσουμε η σύντομη παρουσία μας εκεί να είναι διακριτική και δίχως ίχνη. Ας μην ενοχλούμε τα ζώα, ας είμαστε αθόρυβοι και προσεκτικοί και τότε ίσως κοινωνήσουμε στο ναό αυτό, μαζί με τα ζώα, και τα δέντρα, σαν πραγματικά αδέλφια, παιδιά της ίδιας γης».

Χλωρίδα
Στα χαμηλότερα σημεία του βουνού υπάρχουν φυλλοβόλες δρυς αλλά και σκληρόφυλλα είδη όπως πουρνάρια, κουμαριές, κέδροι και πικροδάφνες. Ψηλότερα, τα κεφαλλονίτικα έλατα καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του βουνού; ενώ μπορεί κανείς να παρατηρήσει μια μεγάλη ποικιλία από πλατύφυλλα δένδρα και θάμνους όπως μελιό, γαύρο, σφεντάμι, κράταιγος, ίταμο, προύνο κ.α. Στο οροπέδιο των Λειβαδιών υπάρχει πλούσια υποαλπική βλάστηση με πολλά ενδημικά είδη.